Οκ. Αλέξης
Τσίπρας και οι περί αυτόν διάφορες οριακές συνιστώσες θεωρούσαν ότι η Ευρώπη
είναι ένα παντοπωλείο μέσα στο οποίο ο καθένας μπορεί να κάνει την πλάκα του.
Ακόμα χειρότερα δε, πάνω σε αυτό το ιδεολογικό κατασκεύασμα έπεισαν και 2,3
εκατομμύρια Έλληνες να τους ψηφίσουν.
Το
μεγαλύτερο δίδαγμα που προκύπτει από τον τρίμηνο κυβερνητικό βίο του
συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι η ασχετοσύνη και ο ιδεοληπτικός φανατισμός ανθρώπων
που ανέλαβαν να πιλοτάρουν ένα πλοίο σε ώρα μεγάλης τρικυμίας. Αγνοώντας πλήρως
τα καιρικά φαινόμενα και τις βαθύτερες αιτίες τους, καπετάνιος και πλήρωμα
αυτοσχεδιάζουν εφαρμόζοντας δικούς τους κανόνες, όταν η φύση και η
πραγματικότητά της υπαγορεύουν άλλους –αυτούς, δηλαδή, που είναι γνωστοί και
δοκιμασμένοι.
Με κάποιες
εξαιρέσεις, έτσι, που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, τα περισσότερα μέλη της
κυβέρνησης αγνοούν σχεδόν τα πάντα από την ιστορία και τους θεσμούς της
Ευρωπαϊκής Ένωσης και νομίζουν ότι μπορούν, στο όνομα κάποιων ιδεολογημάτων, να
γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια 58 χρόνια ιστορίας του ευρωπαϊκού
γίγνεσθαι. Νόμισαν, επίσης, πάλι στο όνομα κάποιων ομιχλωδών θεωριών, ότι θα
μπορούσαν να εκβιάσουν 18 χώρες μέλη της ευρωζώνης, ώστε να πετύχουν άνετη
χρηματοδότηση εφαρμογής σοσιαλιστικών «οραμάτων» που έχουν πεταχτεί στους
τενεκέδες της Ιστορίας.
Ακόμα
χειρότερα, νόμισαν – κάποιοι δε νομίζουν ακόμα – ότι μπορούν να υπονομεύσουν το
δεύτερο αποταμιευτικό νόμισμα στον κόσμο, το ευρώ, και ζήτησαν, οι άσχετοι,
βοήθεια από χώρες των οποίων τα συναλλαγματικά αποθέματα σε ποσοστό 40%
εκφράζονται σε ευρώ. Οι μαθητευόμενοι μάγοι του προϊστορικού σοσιαλισμού
πίστεψαν, επίσης, ότι όλα αυτά θα μπορούσαν να τα πετύχουν σε μία Ευρωπαϊκή
Ένωση όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται από κεντροδεξιές και σοσιαλδημοκρατικές
κυβερνήσεις, οι οποίες διαχειρίζονται την βαθειά ανταγωνιστική κρίση που
γνωρίζει η ΕΕ, ύστερα από 70 χρόνια χρηματοδότησης του πλέον προηγμένου και
ζηλευτού κοινωνικού συστήματος στον κόσμο.
Έχοντας πίσω
τους εξήντα και πλέον χρόνια εμπειρίας στην οικοδόμηση μιας δημοκρατικής και
κοινωνικά προηγμένης Ευρώπης, οι ηγέτες της ΕΕ γνωρίζουν πολύ καλά ότι με
παρωχημένες σοσιαλιστικές συνταγές η ευρωπαϊκή οικονομία δεν πρόκειται να
επιβιώσει στο σκληρό, από νομισματικής και οικονομικής πλευράς, διεθνές
περιβάλλον. Αντίθετα, για να κρατήσει την εμπορική της υπεροχή στον διεθνή
καταμερισμό της εργασίας, η ευρωπαϊκή οικονομία συνολικά απαιτεί νοικοκύρεμα σε
βάθος. Κατά κύριο δε λόγο, είναι ζωτική η ανάγκη μείωσης των ελλειμμάτων,
περιορισμού του χρέους, εξορθολογισμού των δημοσίων δαπανών και τόνωσης της
ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, ώστε η Γηραιά Ήπειρος να παράγει ανταγωνιστικά
καινοτομικά προϊόντα και υψηλή άυλη προστιθέμενη αξία.
Βασική
προϋπόθεση για να ευοδωθεί ένα τέτοιο εγχείρημα είναι η ευθυγράμμιση της
οικονομικής πολιτικής των κρατών μελών της ευρωζώνης, τα οποία πρέπει να
προστατεύσουν και να ισχυροποιήσουν το κοινό τους νόμισμα. Ακριβώς αυτό πάνω
στο οποίο πτύουν κάποια κυβερνητικά στελέχη του συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Στο πλαίσιο
αυτό, υπάρχουν ουκ ολίγες κυβερνήσεις στην ευρωζώνη που ζητούν επιμόνως να
υιοθετηθεί κοινή πολιτική σε όλα τα κράτη μέλη για ορισμένους τομείς, όπως π.χ.
τον δημοσιονομικό. Να ισχύσουν, δηλαδή, κοινοί συντελεστές του ΦΠΑ σε όλα τα
κράτη που συμμετέχουν στην ευρωζώνη και για τα ίδια προϊόντα. Όχι στο ένα
κράτος ο υψηλός συντελεστής να είναι 18% και στο άλλο 23% και να υπάρχουν επί
μέρους εξαιρέσεις. Ή να ισχύσουν κοινοί συντελεστές ακόμη και στην φορολογία
κερδών και εισοδήματος. Όχι στο ένα κράτος ο ανώτατος συντελεστής να είναι 45%
και στο άλλο 35%, με διαφορετικό αφορολόγητο και κλιμάκια φόρου.
Υπό αυτές
τις συνθήκες, η γενική θέση των κρατών μελών της ευρωζώνης – τα οποία, από 19
σήμερα, το 2020 θα είναι 23 κατά πάσα πιθανότητα – είναι η οικονομική σύγκλιση
και όχι η απόκλιση που κάποιοι κερδοσκόποι επιδιώκουν. Δυστυχώς, όλα αυτά είναι
σχεδόν άγνωστα στον παραπληροφορημένο ελληνικό λαό ο οποίος στις εκλογές του
Ιανουαρίου 2015, υπερψηφίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ – του οποίου σύνθημα ήταν η
σύγκρουση με τα κέντρα αποφάσεων της Ευρώπης –, έδειξε ότι επιθυμεί την
απόκλιση από την κοινή ευρωπαϊκή πολιτική.
Το δε νέο
σήριαλ που άρχισε προ διμήνου με την απ’ ευθείας διαπραγμάτευση με τους
αποκαλούμενους θεσμούς (αντί της τρόϊκας) δείχνει την άρνηση της χώρας να
εφαρμόσει την κοινή ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική, την οποία, ωστόσο, έχει
προσυπογράψει. Με άλλα λόγια, ο κ. Αλ. Τσίπρας και οι συν αυτώ πίστεψαν ότι μία
κυβέρνηση χώρας μέλους της ΕΕ μπορεί, για να κάνει την πλάκα της, να αμφισβητεί
και να επαναδιαπραγματεύεται συνθήκες και συμφωνίες, εξευτελίζοντας μία
αναγνωρισμένη θεσμική τάξη.
Στην βάση
αυτής της λογικής, η Ελλάδα κατάφερε – αν και υπερχρεωμένη – να εμφανίζεται ως
αρνούμενη να συνταχθεί με τις βασικές οικονομικές αρχές που ισχύουν στην
Ευρώπη. Κατά συνέπεια, ερήμην της ευρωπαϊκής θεσμικής πραγματικότητας, σε
κρίσιμα ζητήματα, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, τα εργασιακά και το ασφαλιστικό,
θέτει ευθέως «κόκκινες γραμμές». που υποδηλώνουν την άρνησή της να
ευθυγραμμιστεί στην κοινή πολιτική.
Επιπλέον, ο
ΣΥΡΙΖΑ, με την μηδαμινή πολιτική δύναμη που διαθέτει στην Ευρώπη και με
δεδομένη την συμμαχία του με την αντιευρωπαϊκή ελληνική ακροδεξιά, δηλώνει πως
θέλει να αποτελέσει τον πόλο αμφισβήτησης της ακολουθούμενης ευρωπαϊκής
οικονομικής πολιτικής. Αυτό, όμως, είναι πολύ επικίνδυνο. Η πτωχευμένη Ελλάδα,
όχι μόνον αρνείται να συνταχθεί με την πολιτική που ακολουθούν τα υπόλοιπα 27
κράτη μέλη της ΕΕ και δη τα 18 της ευρωζώνης, αλλά θέλει να προκαλέσει την
συνολική ανατροπή της πολιτικής αυτής! Με κάθε ευκαιρία, ο Έλληνας πρωθυπουργός
δεν αποκρύπτει ότι επιδιώκει να αλλάξει την πολιτική σε ολόκληρη την Ευρώπη,
ερήμην των Συνθηκών που διέπουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, όσο ατελές κι αν είναι
το τελευταίο.
Γι αυτό και
η αντίδραση που εισπράττει από τους Ευρωπαίους είναι τόσο έντονη. Οι Βρυξέλλες
και η Φρανκφούρτη έχουν υποβάλει την Ελλάδα στο «μαρτύριο της σταγόνας». Έχουν
προκαλέσει χρηματοδοτική ασφυξία και αρνούνται να ανοίξουν την στρόφιγγα της
ρευστότητας αν η Αθήνα δεν πιστοποιήσει εμπράκτως ότι θα εφαρμόσει την κοινή
πολιτική. Εξ’ ού και η σκλήρυνση της στάσης όλων ανεξαιρέτως των υπουργών
Οικονομικών της ευρωζώνης κατά το τελευταίο Eurogroup στην Λετονία. Δεν τους
έφταιγε προσωπικά ο κ. Βαρουφάκης, αλλά η συνολική στάση της Ελλάδας, η οποία
αρνείται να συνταχθεί στην από κοινού αποφασιζόμενη οικονομική πολιτική.
Στο πλαίσιο
αυτό, όπου οι συσχετισμοί πολιτικών δυνάμεων είναι σαφέστατα κατά της χώρας
μας, η Ελλάδα έχει περιθωριοποιηθεί από μόνη της στην ΕΕ και είναι απελπιστικά
μόνη πολιτικά.
Έτσι, όπως
επισημαίνει και η Εστία, «μετά τις σαφείς προειδοποιήσεις που έχει λάβει η χώρα
μας από όλους τους θεσμούς (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή,
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ήδη τους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης),
το επόμενο βήμα φοβούμεθα ότι θα είναι η θυσία. Αν η χώρα μας επιμείνει στην
γραμμή της αποκλίσεως από την κοινή πολιτική, οι Ευρωπαίοι δεν θα διστάσουν να
μάς θυσιάσουν. Θα το πράξουν προς παραδειγματισμό των άλλων ευρωπαϊκών κρατών
(π.χ. Ισπανία), όπου παρατηρούνται ανάλογες τάσεις αμφισβητήσεως της σημερινής
ευρωπαϊκής πολιτικής. Αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος που διαγράφεται πλέον για
την Ελλάδα».
Και αν ο
κίνδυνος αυτός αγνοηθεί από τον κυβερνητικό συνασπισμό, τα χειρότερα είναι
μπροστά μας.
Πηγή: European Business Review
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου