Διερχόμαστε
ως χώρα μία πολυεπίπεδη κρίση, η οποία σχηματικά μπορεί να παρασταθεί με
διαδοχικά επίπεδα ενός κώνου. Στην κορυφή του κώνου βρίσκεται η οξύτατη κρίση
ρευστότητας που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία.
Η κρίση αυτή παρατείνεται για ανεπίτρεπτα μακρύ χρονικό διάστημα βυθίζοντας σε απόγνωση δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, επιχειρήσεις και άτομα. Για ένα μέρος εξ αυτών οι συνέπειες θα είναι μη αντιστρέψιμες.
Η επίλυση του προβλήματος θα μπορούσε να έχει ήδη
επέλθει εάν οι κυβερνώντες δεν κατατρύχονταν από ιδεοληψίες, άγνοια κινδύνου
και, κυρίως, από την αντίληψη ότι η λύση μπορεί να επέλθει σε πολιτικό επίπεδο,
παρακάμπτοντας αρμόδια όργανα, διαδικασίες και κανόνες.Το ίδιο λάθος είχαν
διαπράξει και οι προηγούμενες κυβερνήσεις που είχαν θεωρήσει ότι με
διαπραγματεύσεις σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο θα επιτύγχαναν τα επιθυμητά
αποτελέσματα για να προσγειωθούν στην συνέχεια ανώμαλα. Παρανοώντας τους
κανόνες της Ευρωζώνης σε υπέρτατο βαθμό ο σημερινός υπουργός Οικονομικών
παρέδωσε, μέχρι σήμερα, μία σειρά διαλέξεων στους συνομιλητές του,
καλλιεργώντας “δημιουργική”, κατ’ αυτόν, ασάφεια. Τα ίδια αποτελέσματα θα είχε
επιτύχει συντομότερα εάν τους είχε παραδώσει ένα αντίτυπο του βιβλίου του
“Μιλώντας στην Κόρη μου για την Οικονομία”.
Στο αμέσως χαμηλότερο επίπεδο βρίσκεται η δημοσιονομική κρίση, η οποία συνίσταται στον εκτροχιασμό των δημοσίων οικονομικών λόγω της σταθερής τάσης όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών (σε διαφορετικό βαθμό έντασης και ευθύνης) να διογκώνουν το κράτος και να δαπανούν πολύ περισσότερα από όσα εισπράττουν, καλύπτοντας την διαφορά με δανεισμό. Η επέλευση της κρίσης ήταν απλώς θέμα χρόνου. Από της υπογραφής του πρώτου μνημονίου, τον Μάιο 2010, το βάρος έπεσε κυρίως στην αύξηση των φορολογικών εσόδων και σε πολύ μικρότερη έκταση στην μείωση των δημοσίων δαπανών μέσω μίας όλως εσφαλμένης οριζόντιας περικοπής μισθών και συντάξεων, με στόχο την κατά το δυνατόν διατήρηση ως ανέπαφου του πελατειακού κράτους. Και η μεν αμέσως προηγούμενη κυβέρνηση, παρά τα λάθη και τις καθυστερήσεις της, μπορεί τουλάχιστον να επικαλεσθεί την δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος (αν και αμφίβολης διατηρησιμότητας) και την πραγματοποίηση κάποιων ιδιωτικοποιήσεων. Η παρούσα “για πρώτη φορά Αριστερά” κυβέρνηση, έμπλεος παλαιο-μαρξιστικών δοξασιών, πιστεύει ότι θα αντιμετωπίσει την δημοσιονομική κρίση με ακόμη περισσότερο κράτος, φορολογώντας τους λίγους ή πολλούς και πάντως μη προσδιοριζόμενους “πλουσίους”.
Το μόνο που επιτυγχάνει είναι ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των εταίρων, των επενδυτών και των πολιτών προς το κράτος και τις ελληνικές τράπεζες με αποτέλεσμα την αθρόα ροή κεφαλαίων προς το εξωτερικό.
Στο επόμενο χαμηλότερο επίπεδο είναι η κρίση ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, η αδυναμία της να παραγάγει και να προσφέρει εντός και εκτός Ελλάδος προϊόντα σε ανταγωνιστική σχέση ποιότητας και τιμής. Η αδυναμία αυτή εκφραζόταν με το τεράστιο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου, το οποίο ανερχόταν σε 16% (!) επί του ΑΕΠ το 2009 και ήδη έχει μετατραπεί σε πλεόνασμα λόγω, κυρίως, του δραστικού περιορισμού των εισαγωγών.
Η μειωμένη ανταγωνιστικότητα είναι αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης μίας σειράς παραγόντων: πολιτική και νομισματική αβεβαιότητα, αφόρητη γραφειοκρατία, διαρκείς αλλαγές του φορολογικού και, γενικότερα, του νομοθετικού πλαισίου, προβληματική λειτουργία των συστημάτων δικαιοσύνης, παιδείας, κοινωνικής ασφάλισης κ.α., υψηλό κόστος ενέργειας, χρήματος και μεταφορών, εργατική νομοθεσία χρήζουσα εκσυγχρονισμού σε πολλά θέματα, ασύδοτος συνδικαλισμός κλπ. Λόγω του συστημικού χαρακτήρα μίας οικονομίας, απαιτείται ταυτόχρονη ει δυνατόν βελτίωση σε όλους αυτούς τους παράγοντες γιατί η αρνητική επίδραση ενός ή περισσοτέρων εξ αυτών μπορεί να ματαιώσει την όποια βελτίωση των υπολοίπων.
Κάτω από τα προαναφερθέντα επίπεδα των κρίσεων – και σε μεγάλο βαθμό δημιουργός αυτών – είναι η πολιτική κρίση. Το υπάρχον πολιτικό σύστημα, κατακερματισμένο, αναξιόπιστο, κομματο-κρατούμενο και οικογενειο-κρατούμενο, έχει δημιουργήσει ένα παν-αρμόδιο, χαλαρό, αναποτελεσματικό κράτος, βασιζόμενο στις πελατειακές σχέσεις και σε μία μυωπική αντίληψη του πολιτικού κόστους.
Σε αυτά τα πάγια χαρακτηριστικά προστέθηκαν προσφάτως “οι ριζοσπαστικές” αριστερές αντιλήψεις, με αποτελέσματα, μεταξύ άλλων: η πρώτη πράξη του υπουργού Δικαιοσύνης να είναι νόμος που αποφυλακίζει δύο άτομα, εκ των οποίων το ένα είναι ο αρχιτρομοκράτης Σάββας Ξηρός (πρόκειται για διάταξη – φωτογραφία selfie!), η πρυτανεία του πανεπιστημίου να έχει καταληφθεί από αναρχικούς επ’ αόριστον και πλήθος μεταναστών να αποβιβάζεται καθημερινά στην Ομόνοια!
Ως υπόβαθρο όλων των ανωτέρω, στην βάση του κώνου, υπάρχει και λειτουργεί ο ελληνικός λαός, ο οποίος διέρχεται – και αυτός – μία παρατεταμένη κρίση αξιών. Η συμπεριφορά του χαρακτηρίζεται από ανασφάλεια, εγωκεντρισμό, έλλειμμα εμπιστοσύνης και ορθολογισμού. Αποτέλεσμα, οι εσφαλμένες πολιτικές επιλογές, οι οποίες αναπόδραστα οδηγούν στα διαδοχικά επίπεδα κρίσεων και στα λάθη που προαναφέραμε.
Η ικανότητα να διδάσκεσαι από και να διορθώνεις τα λάθη σου, αλλά και να επιλέγεις κάθε φορά την σωστή αντίδραση αποτελεί ευθύνη των ώριμων ανθρώπων. Οι ανώριμοι, αντιθέτως, αποδίδουν την ευθύνη στο φυσικό περιβάλλον, στον καιρό, στα άστρα, στο “σύστημα”, στους ξένους ή στους πολιτικούς, τους οποίους εν τούτοις οι ίδιοι εκλέγουν! Χωρίς, ωστόσο, ανάληψη της ευθύνης για τις δικές μας επιλογές, η αλληλουχία των λαθών θα διαιωνίζεται.
Freewill
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου