Οι αναρτήσεις μέσα από τις φωτογραφίες

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Τιμητές και επίορκοι, Μητσοτάκης και Δούρου…





Παρακολουθώ, όπως κάθε γηγενής που ενδιαφέρεται για την ευταξία στον τόπο, την αντιπαράθεση μεταξύ του υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και των Δημάρχων που έχουν δηλώσει ότι αρνούνται να εφαρμόσουν τις διατάξεις του νόμου περί αξιολόγησης. Η εικόνα που εκπέμπεται είναι λίγο πολύ η εξής: Υπάρχει από τη μία μεριά ένας εκσυγχρονιστής υπουργός, που αψηφώντας το πολιτικό κόστος από τα δυσάρεστα μέτρα που προτείνει και εφαρμόζει, θέλει επί τέλους να μπει τάξη στο δημόσιο, να διαχωρίζονται οι καλοί από τους κακούς, οι οκνηροί από τους φιλόπονους, οι εργατικοί από τους φυγόπονους, οι τίμιοι από τους απατεώνες, οι ειλικρινείς από τους πλαστογράφους.
 
Από την άλλη, υπάρχουν περιφερειάρχες και δήμαρχοι που θέλουν να προστατεύσουν τους επίορκους, να συγκαλύψουν τις ανομίες των υφισταμένων τους, να βάλουν όλους τους υπαλλήλους σε ένα τσουβάλι, να μη διαχωρίσουν τα ερίφια από τους αμνούς. Η μία πλευρά, λοιπόν, εμφανίζεται ως η πλευρά της ευταξίας, της αξιοκρατίας και της κάθαρσης, ενώ η άλλη παρουσιάζεται ως η παράταξη του λαϊκισμού, της ανομίας και της συγκάλυψης.
Και εμείς, βουβοί θεατές σε μια επικοινωνιακή παράσταση, ανήμποροι να διακρίνουμε ποιος επιδιώκει τι και για ποιο λόγο. Θα μου πείτε, δεν υπάρχει εδώ καμία απορία και σκοτεινό σημείο, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Ή υπάρχουν στη χώρα νόμοι που εφαρμόζονται, ή ζούμε σε μια τριτοκοσμική χώρα με μπόλικη ανομία παντού. Συνεπώς, τα πράγματα είναι σαφή, η πλευρά που έχει δίκιο είναι εκείνη που τάσσεται υπέρ της εφαρμογής του νόμου, ακόμη και με την απειλή της δικαστικής παρέμβασης. Τελεία και παύλα.
Είναι, όμως, τα πράγματα όντως τόσο απλά; Ή μήπως θα παίρναμε ένα μεγάλο ρίσκο αν πιστεύαμε ότι το δικομματικό σύστημα που παρήγαγε διαχρονικά την ανομία που τώρα καμώνεται ότι επιθυμεί να πατάξει, έχει πάθει ιδεολογική και πολιτική μετάλλαξη; Ποια είναι σήμερα η αξιοπιστία του κατεστημένου πολιτικού κόσμου μετά από αυτά που έχουμε δει και, κυρίως, με αυτά που δεν έχουμε δει ούτε και πρόκειται να δούμε ποτέ, αλλά βασίμως φανταζόμαστε;
Το ερώτημα παραπέμπει σε μια φορτωμένη εποχή στην Ήπειρο, τέλη της δεκαετίας του 1920, όταν οι αδελφοί Ρετζαίοι, γνωστοί λήσταρχοι της περιοχής, μπόρεσαν και εντάχθηκαν στο σώμα των οργάνων της τάξης και έτσι πίεζαν χωρικούς και άλλους μικρότερου διαμετρήματος ληστές -με τους οποίους είχαν συνεργαστεί στο παρελθόν- να εφαρμόζουν στο εξής το νόμο, διότι επί τέλους κάποτε στη χώρα έπρεπε να μπει τάξη. Το επιχείρημα των Ρετζαίων ήταν ότι η δική τους συμμετοχή, παλιότερα, στην ανομία καθόλου δεν ακύρωνε τη νομιμότητα της αξίωσής τους να υπάρχει από δω και πέρα τάξη.
Η Δούρου της εποχής ήταν εκείνοι που τσιμπούσαν το χέρι τους να δουν αν σωστά ακούνε από τους Ρετζαίους ότι αυτοί τώρα ενδιαφέρονται για το νόμο και, μάλιστα, ότι είναι εκείνοι που θα κάνουν επί τέλους την κάθαρση. Το σύνθημά τους, όταν οι Ρετζαίοι τους ζητούσαν να καταδώσουν τους παραβάτες, θα μπορούσε να είναι (αν δεν ήταν) «κοίτα ποιος μιλάει». Έτσι, η σοδειά των παραβατών που εξασφάλισαν οι πρώην λήσταρχοι και για λίγο χρόνο διώκτες των συναδέλφων τους, ήταν μικρή. Πράγμα που δεν τους ενόχλησε καθόλου, διότι όπως κάθε αξιοπρεπής ληστής που μεταμορφώνεται σε ζηλωτικό όργανο επιβολής της νομιμότητας, είχαν σπουδαιότερα σχέδια από την καταστολή της ανομίας, δηλαδή σχεδίαζαν μια σούπερ ανομική παρέμβαση οργανώνοντας από καλύτερα τώρα θέση τη ληστεία της Πέτρας, κοντά στη Φιλιππιάδα, με λεία μεγάλη χρηματαποστολή της Εθνικής Τράπεζας από την Πρέβεζα στα Ιωάννινα. Η ληστεία πέτυχε, οι Ρετζαίοι στην αρχή είχαν μπει, λόγω της νέας ιδιότητάς τους, στο απυρόβλητο, και μάλιστα βοηθούσαν τις αρχές στην…εξιχνίαση του εγκλήματος. Μέχρι που κάποιοι συνεργοί μίλησαν και οι Ρετζαίοι, οι όψιμοι προστάτες της νομιμότητας, έπρεπε να εγκαταλείψουν τα Γιάννενα και να φτάσουν μετά από περιπλανήσεις στη Ρουμανία, όπου αργότερα συνελήφθησαν, δικάστηκαν στην Κέρκυρα, καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν ως οι κύριοι οργανωτές της ληστείας.
Όσοι μιλούν για το αυτονόητο της νομιμότητας στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης και του Μνημονίου, μιλούν υπό τη συνθήκη του «ως εάν»: σαν να ήταν η ελληνική κοινωνία και το πολιτικό της σύστημα από καιρό προσηλωμένα στη νομιμότητα και στην αξιοκρατία. Σαν να είχε δημιουργηθεί και εμπεδωθεί μια κουλτούρα σεβασμού και υποταγής στο νόμο, σαν να μην υπήρξε ποτέ στη χώρα αυτή ένα καθεστώς συστηματικής παράβασης του νόμου με υψηλή κάλυψη ή ακόμη χειρότερα, ένα καθεστώς θεσμοθέτησης της διαφθοράς, της ιδιοτέλειας και των πελατειακών σχέσεων, του αθέμιτου πλουτισμού συγκεκριμένων προσώπων και ομάδων. Διότι αν η νομιμότητα ήταν μια από τις σταθερές του κοινωνικού και πολιτικού συστήματος, δεν υπήρχε περίπτωση να αμφισβητήσει κανείς τόσο εύκολα την απαίτηση της Πολιτείας για την εφαρμογή του νόμου περί αξιολόγησης. Όταν όμως τα πράγματα είναι ακριβώς αντίθετα, όταν η καχυποψία είναι διάχυτη, όταν η επίκληση για την εφαρμογή του νόμου γίνεται από πρόσωπα με συγκεκριμένη ταυτότητα και παρελθόν, τότε το αυτονόητο γίνεται δυσνόητο.
Βέβαια, το αδύνατο σημείο της κ. Δούρου με την αξιολόγηση είναι ότι ακόμη και αν ένας νόμος είναι της κακής ώρας – και δεν είναι λίγοι αυτοί, αρκεί να δει κανείς τους κατά καιρούς εμπνευστές τους και τις επιδιώξεις των – δεν μπορείς να μην τον εφαρμόζεις με το σκεπτικό ότι είναι κακός. Θα έπρεπε να βρουν οι δήμαρχοι νόμιμες μεθόδους αναστολής της εφαρμογής του νόμου αυτού, αν θεωρούν ότι είναι τόσο βλαπτικός. Διότι καλώς ή κακώς, σε μη-επαναστατικές περιόδους της Ιστορίας η άρνηση εφαρμογής του νόμου μπορεί να γίνει μόνο με έναν από τους εξής τρόπους: ή να αναγκάσει η κοινωνία την κυβέρνηση να τον αποσύρει μέσω έκφρασης έντονης διαμαρτυρίας, π.χ. με τη συλλογή εκατοντάδων χιλιάδων υπογραφών – διάβαζε μελλοντικών αρνητικών ψήφων – ή μέσω της κατάργησής του και της αντικατάστασής του με άλλον νόμο από μια μελλοντική κυβέρνηση. Αλλά μέχρι τότε, αν δεν έχει βρεθεί σύννομος τρόπος αναστολής της εφαρμογής του, ο νόμος είναι εφαρμοστέος όσο κακός και αν είναι. Διαφορετικά, μπαίνει κανείς στη διαδικασία της ενεργοποίησης των μηχανισμών καταστολής της οιονεί «ανταρσίας» και κινδυνεύει να μπει στο κάδρο του «επίορκου». Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που περιμένουν με αγωνία να αναβαπτισθούν πολιτικά μέσω της καταστολής μιας «ανταρσίας».
Είναι κατανοητό ότι ο κ. Μητσοτάκης και όσοι υποστηρίζουν την επιχειρηματολογία του, επιθυμεί να περάσει στην Ιστορία ως το τέκνο του πολιτικού συστήματος που ευθύνεται για την διευρυμένη ανομία στη χώρα, το οποίο στράφηκε εναντίον αυτού ακριβώς του προϊόντος. Το θυμήθηκε, όμως, κάπως αργά. Αυτό είναι και το ουσιαστικό επιχείρημα της κ. Δούρου, που είναι κατανοητό ότι δεν επιθυμεί να συμπράξει στην ανάδειξη ενός γνήσιου εκπροσώπου του «παλαιού καθεστώτος» σε ατμομηχανή της «κάθαρσης» του δημόσιου τομέα, επειδή η τρόϊκα γκρινιάζει για κάμποσες χιλιάδες απολύσεις.
Είναι λογικό ο κ. Μητσοτάκης να επικαλείται τη νομιμότητα και την αξιοκρατία για να διεκπεραιώσει τους στόχους του Μνημονίου και να σταθεροποιήσει έτσι την ισχύ των πολιτικών διαχειριστών της μνημονιακής εποχής. Εξίσου λογική είναι, όμως, και η ένσταση της κ. Δούρου να μην μετατραπεί η ίδια και ο πολιτικός χώρος από τον οποίο προέρχεται σε εργαλείο της «κάθαρσης» που επιδιώκουν τώρα εκείνοι που δημιούργησαν την κουλτούρα της «κατεργαριάς». Για να μην κινδυνέψει, όμως, να διολισθήσει η ίδια στον ρόλο του «επίορκου», παρέχοντας ενδεχομένως κάλυψη σε παλιούς ευνοημένους των κομμάτων με τα οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε αντιπαράθεση, έχει μόνο μία επιλογή: να κάνει η ίδια τον έλεγχο και την αξιολόγηση των υπαλλήλων των οποίων προΐσταται, με μηχανισμούς που διαθέτει και με νόμους που ισχύουν, αποσυνδέοντας την αξιολόγηση από τον μνημονιακό στόχο της συρρίκνωσης του δημόσιου τομέα. Από αυτό δεν έχει να χάσει τίποτε. Και να είναι σίγουρη ότι αν κάποιοι υπάλληλοι που μπήκαν στην υπηρεσία από το κομματικό παράθυρο των σημερινών επικριτών της κινδυνέψουν από την αξιολόγηση ή τον έλεγχο που εκείνη θα διενεργήσει, οι όψιμοι τιμητές δεν γνωρίζουν μόνο τη γλώσσα της νομιμότητας και της αξιοκρατίας, αλλά και πολλές άλλες ξένες γλώσσες για να υπερασπιστούν τα ρουσφέτια τους, αν χρειαστεί…
Θανάσης Γκότοβος
Aixmi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: