Η
λέξη απόδειξη είναι καταγεγραμμένη στη σκέψη μας και γίνεται κατανοητή ως
πιστοποίηση της αλήθειας και της ορθότητας μιας πρότασης. Δηλαδή υπονοεί και
προϋποθέτει την διάκριση σωστού και λάθους. Όταν μια πρόταση χαρακτηρίζεται
«αποδεδειγμένη» θεωρείται σωστή. Και δεν θεωρείται απλώς σωστή, θεωρείται
καθολικά σωστή.
Στην καθολική ορθότητα παραπέμπει το βαρύ ενυπάρχον νόημα του επίθετου «αποδεδειγμένος».
Στην καθολική ορθότητα παραπέμπει το βαρύ ενυπάρχον νόημα του επίθετου «αποδεδειγμένος».
Μια
πρόταση που παρουσιάζεται ως «αποδεδειγμένη» αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως
καθολικά ορθή, δηλαδή ικανή να δίνει απαντήσεις σε όλα, τα σχετικά τουλάχιστον,
ερωτήματα δίχως να υποστεί εκλέπτυνση ή εξειδίκευση. Φυσικά τέτοια πρόταση δεν
υπάρχει. Όλες οι προτάσεις, ακόμα και οι αποδεδειγμένες, έχουν περιορισμένο
πεδίο εφαρμογής.
Μια
πρόταση που παρουσιάζεται ως αποδεδειγμένη προσπαθεί να αποκρύψει την
σχετικότητα του χαρακτήρα της και εγείρει αξιώσεις εφαρμογής της στο πλήρες
πεδίο των ερωτημάτων, δηλαδή εναντιώνεται στο περιορισμένο του πεδίου εφαρμογής
της. Μια πρόταση παρουσιάζεται ως αποδεδειγμένη ακριβώς για να διευρύνει το
πεδίο εφαρμογής της μέσω της συγκάλυψης της ανεπάρκειας της ερμηνευτικής της
δύναμης. Η απόδειξη μιας πρότασης δεν την έκανε ποτέ περισσότερο αληθινή. Απλά
την εφοδιάζει με το κύρος που απαιτείται για να διεκδικήσει διεύρυνση του
πεδίου εφαρμογής της.
Για
την κοινωνική συνείδηση ειδικά, μια αποδεδειγμένη πρόταση γίνεται αντιληπτή ως
μια πρόταση ικανή να απαντήσει σε κάθε πρόβλημα. Για πολλές συνειδήσεις,
αποδεδειγμένη πρόταση σημαίνει πρόταση πλήρους ερμηνευτικής δύναμης. Όποιος
ζητά από μια πρόταση να δώσει μια απάντηση που η ίδια η πρόταση δεν μπορεί,
όποιος αγνοεί ότι ορθότητα δεν σημαίνει ολική ορθότητα, αυτός φλερτάρει με το
λάθος.
Ο
διαχωρισμός των προτάσεων σε αποδεδειγμένες και μη συσκοτίζει τη σχέση σωστού
και λάθους. Υπονοεί ότι υπάρχει ένα εξωτερικό κριτήριο διάκρισης των προτάσεων
σε σωστές και λανθασμένες. Υπονοεί ότι υπάρχουν οι αποδεδειγμένες, δηλαδή οι
σωστές προτάσεις, τις οποίες αντιδιαστέλλει προς τις μη αποδεδειγμένες, δηλαδή
τις λανθασμένες προτάσεις. Αυτή η διάκριση είναι προβληματική.
Όλες
οι προτάσεις, από τις θετικές επιστήμες μέχρι τη φιλοσοφία, κάποια στιγμή στη
ζωή τους, θα συναντήσουν ένα ερώτημα το οποίο δεν θα ανήκει στο πεδίο εφαρμογής
τους. Συνεπώς δεν θα μπορούν να το απαντήσουν. Εάν επιχειρήσουν να δώσουν
απάντηση, θα κάνουν σίγουρα λάθος επειδή το ερώτημα δεν είναι εντός της
εμβέλειάς τους. Το λάθος είναι το αποτέλεσμα της άμετρης καθολίκευσης του
πεδίου εφαρμογής του σωστού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου