Πριν από τρεις εβδομάδες, το ΕΚΚΕ ανακοίνωσε τα προκαταρκτικά
συμπεράσματα μιας έρευνας με θέμα «Πολιτιστική κατανάλωση και κοινωνικές τάξεις
στην Αθήνα: επιλογές μουσικής, θεάτρου, χορού και κινηματογραφικής ταινίας».
Σύμφωνα, λοιπόν, με το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, οι «ανενεργοί»,
όσοι δηλαδή δεν συμμετείχαν σε κάποια πολιτιστική εκδήλωση τα δύο τελευταία
χρόνια, παρουσιάζουν ποσοστό που
κυμαίνεται από 78% (σε θέατρο - χορό) μέχρι 40% (στο σινεμά). Οι αριθμοί αυτοί δεν θα πρέπει να μας αποθαρρύνουν· ο διευθυντής του ΕΚΚΕ, Δημ. Εμμανουήλ, δήλωσε ότι «το φαινόμενο ο κόσμος να προτιμά να μένει σπίτι του για να βλέπει τηλεόραση και να μη βγαίνει έξω για να συμμετάσχει σε πολιτιστικά δρώμενα έχει διεθνή χαρακτήρα». Δύο άλλες ομάδες καταναλωτών, οι «ανώτεροι» και οι «λαϊκοί», έχουν έντονη παρουσία με διαμετρικά αντίθετες επιλογές.
Oι κατηγορίες αυτές υπάρχουν και σε άλλες χώρες. Στην Ελλάδα όμως «το φαινόμενο των “λαϊκών” είναι διαταξικό καθώς η “ανώτερη” τάξη δεν χαρακτηρίζεται από ένα πολύ αυστηρό πολιτιστικό πρότυπο που προκαλεί δέος και αποκλείει τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν κυριαρχεί ελιτισμός. Τα λαϊκά πρότυπα παρεισφρέουν και στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, σε πλούσιους και μορφωμένους πολίτες, έστω και σε μικρά ποσοστά».
Οι επισημάνσεις του κ. Εμμανουήλ («Το Βήμα» 9/11) και η έρευνα του ΕΚΚΕ συμβάλλουν, άτυπα, σε μια συζήτηση που επανέρχεται συχνά σε παρέες οι οποίες παρακολουθούν με προσήλωση τα πολιτιστικά δρώμενα: από πού προέρχεται όλο αυτό το κοινό που γεμίζει ασφυκτικά θέατρα και αίθουσες εκδηλώσεων; Που «εξαντλεί» τα εισιτήρια σε συναυλίες, παραστάσεις, προβολές; Που σχηματίζει ουρές στην Ταινιοθήκη, στη Λυρική Σκηνή, στη Στέγη Γραμμάτων, στο Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, σε μικρές σκηνές με «ψαγμένο» ρεπερτόριο αλλά και σε μεγαλύτερες με πιο «λαϊκές» επιλογές;
Με την κρίση, το κοινό αυτό μπορεί να μην αυξήθηκε σε απόλυτους αριθμούς, ένα είναι όμως βέβαιο: δεν μειώθηκε. Η εμπειρική παρατήρηση, όσο και να φλερτάρει με την αυθαιρεσία, δεν απομειώνει το «γεγονός»: ένας σημαντικός αριθμός θεαμάτων παρουσιάζεται μπροστά σε γεμάτες αίθουσες.
κυμαίνεται από 78% (σε θέατρο - χορό) μέχρι 40% (στο σινεμά). Οι αριθμοί αυτοί δεν θα πρέπει να μας αποθαρρύνουν· ο διευθυντής του ΕΚΚΕ, Δημ. Εμμανουήλ, δήλωσε ότι «το φαινόμενο ο κόσμος να προτιμά να μένει σπίτι του για να βλέπει τηλεόραση και να μη βγαίνει έξω για να συμμετάσχει σε πολιτιστικά δρώμενα έχει διεθνή χαρακτήρα». Δύο άλλες ομάδες καταναλωτών, οι «ανώτεροι» και οι «λαϊκοί», έχουν έντονη παρουσία με διαμετρικά αντίθετες επιλογές.
Oι κατηγορίες αυτές υπάρχουν και σε άλλες χώρες. Στην Ελλάδα όμως «το φαινόμενο των “λαϊκών” είναι διαταξικό καθώς η “ανώτερη” τάξη δεν χαρακτηρίζεται από ένα πολύ αυστηρό πολιτιστικό πρότυπο που προκαλεί δέος και αποκλείει τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν κυριαρχεί ελιτισμός. Τα λαϊκά πρότυπα παρεισφρέουν και στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, σε πλούσιους και μορφωμένους πολίτες, έστω και σε μικρά ποσοστά».
Οι επισημάνσεις του κ. Εμμανουήλ («Το Βήμα» 9/11) και η έρευνα του ΕΚΚΕ συμβάλλουν, άτυπα, σε μια συζήτηση που επανέρχεται συχνά σε παρέες οι οποίες παρακολουθούν με προσήλωση τα πολιτιστικά δρώμενα: από πού προέρχεται όλο αυτό το κοινό που γεμίζει ασφυκτικά θέατρα και αίθουσες εκδηλώσεων; Που «εξαντλεί» τα εισιτήρια σε συναυλίες, παραστάσεις, προβολές; Που σχηματίζει ουρές στην Ταινιοθήκη, στη Λυρική Σκηνή, στη Στέγη Γραμμάτων, στο Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, σε μικρές σκηνές με «ψαγμένο» ρεπερτόριο αλλά και σε μεγαλύτερες με πιο «λαϊκές» επιλογές;
Με την κρίση, το κοινό αυτό μπορεί να μην αυξήθηκε σε απόλυτους αριθμούς, ένα είναι όμως βέβαιο: δεν μειώθηκε. Η εμπειρική παρατήρηση, όσο και να φλερτάρει με την αυθαιρεσία, δεν απομειώνει το «γεγονός»: ένας σημαντικός αριθμός θεαμάτων παρουσιάζεται μπροστά σε γεμάτες αίθουσες.
Η τάση είναι καταγεγραμμένη, όχι όμως και η ερμηνεία της. Έχει, άραγε,
σημασία; Αν, ειδικότερα, η κρίση αναζωπύρωσε ή όχι το ενδιαφέρον του κόσμου για
τις τέχνες, αν αύξησε ή όχι τον αριθμό των θεατών, είναι μέρος μιας ερευνητικής
διαδικασίας. Το σημαντικό είναι ότι ένα ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού
(ανάμεσά τους πολλοί νέοι) εντάσσει στις καθημερινές διαδρομές του μια ανάγκη. Όχι
καταναλωτική· ψυχική.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου