Επιτέλους στον 7ο χρόνο της κρίσης ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για τα πρώτα
στοιχεία ανάκαμψης της
οικονομίας. Εμφανίστηκαν δύο συνεχόμενα τρίμηνα με αύξηση στο ποσοστό μεταβολής του ΑΕΠ. Ένα
αναμφισβήτητα θετικό δεδομένο που είθε να εδραιωθεί.
Ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί ότι η ύφεση ποτέ δεν καταγράφηκε ως μόνιμο καθεστώς για μια εθνική οικονομία. Είναι ένα παροδικό φαινόμενο που η αντιμετώπιση του κρίνεται από τη διάρκεια και το βάθος της κρίσης και κυρίως από την κατάσταση που θα βρεθεί η οικονομία όταν βγει από αυτή.
Ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί ότι η ύφεση ποτέ δεν καταγράφηκε ως μόνιμο καθεστώς για μια εθνική οικονομία. Είναι ένα παροδικό φαινόμενο που η αντιμετώπιση του κρίνεται από τη διάρκεια και το βάθος της κρίσης και κυρίως από την κατάσταση που θα βρεθεί η οικονομία όταν βγει από αυτή.
Ας δούμε λοιπόν αναλυτικότερα την κατάσταση της ελληνικής ύφεσης κα τη
διαδρομή της υπέρβαση της.
Η ύφεση στην Ελλάδα διαρκεί πάνω από 6 χρόνια στη διάρκεια των οποίων
χάνεται περίπου το 26,2% του ΑΕΠ. Η Πορτογαλία έχει απωλέσει μέχρι στιγμής το
8,8% του ΑΕΠ στη διάρκεια των ετών ύφεσης (2009 και 2011 μέχρι 2013). Η
Ιρλανδία έχει απωλέσει το 9,4% στην τριετή διάρκεια της ύφεσης από το 2009
μέχρι το 2011. Τα στοιχεία είναι συντριπτικά εις βάρος της «επιτυχίας» του
ελληνικού παραδείγματος. Όμως γίνονται χειρότερα εάν εμβαθύνουμε ελάχιστα.
Η ανεργία από 7,8% το 2008 υπερτριπλασιάστηκε και βρίσκεται το 2013 σταθερά στο 27% όταν στην Ιρλανδία κινήθηκε από 6,4% στο 13,1% και στην Πορτογαλία από 8,5% στο 16,4%. Το σύνολο των μισθολογικών αμοιβών ως ποσοστό του ΑΕΠ περιορίστηκαν στην Ελλάδα από το 36,7% του ΑΕΠ το 2009 στο 31,5% το 2013 παρουσιάζοντας τη μεγαλύτερη πτώση σε σχέση με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
Οι εξαγωγές της Ελλάδας παραμένουν μικρότερες από τις εισαγωγές (παρά τη σημαντική βελτίωση) ενώ η Ιρλανδία αλλά ακόμα και η Πορτογαλία βρέθηκαν το 2013 ως καθαρά εξαγωγικές χώρες.
Η Ελλάδα παρουσιάζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά εγκατάλειψης από το επίσημο σύστημα εκπαίδευσης και το μικρότερο ποσοστό προσλήψεων στους πτυχιούχους (40%) σε σχέση με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, καταγράφοντας τη διαρθρωτική δυναμική της μετανάστευσης.
Την ίδια στιγμή η ίδια η ανάκαμψη αποδίδεται κυρίως στον τουρισμό. Ένα κλάδο εντάσεως εργασίας που βασίσθηκε στη μείωση των μισθών όσο και τις ειδικές φορολογικές ρυθμίσεις –πέρα από τις γνωστές δυσμενείς εξελίξεις σε ανταγωνίστριες χώρες. Επίσης στην ανάκαμψη συνέβαλε και η ανάκαμψη της κατανάλωσης και η σημαντικότατη αύξηση των εισαγωγών με πρώτη του πετρελαίου, λόγω της ιστορικά χαμηλής τιμή του.
Η ανεργία από 7,8% το 2008 υπερτριπλασιάστηκε και βρίσκεται το 2013 σταθερά στο 27% όταν στην Ιρλανδία κινήθηκε από 6,4% στο 13,1% και στην Πορτογαλία από 8,5% στο 16,4%. Το σύνολο των μισθολογικών αμοιβών ως ποσοστό του ΑΕΠ περιορίστηκαν στην Ελλάδα από το 36,7% του ΑΕΠ το 2009 στο 31,5% το 2013 παρουσιάζοντας τη μεγαλύτερη πτώση σε σχέση με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
Οι εξαγωγές της Ελλάδας παραμένουν μικρότερες από τις εισαγωγές (παρά τη σημαντική βελτίωση) ενώ η Ιρλανδία αλλά ακόμα και η Πορτογαλία βρέθηκαν το 2013 ως καθαρά εξαγωγικές χώρες.
Η Ελλάδα παρουσιάζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά εγκατάλειψης από το επίσημο σύστημα εκπαίδευσης και το μικρότερο ποσοστό προσλήψεων στους πτυχιούχους (40%) σε σχέση με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, καταγράφοντας τη διαρθρωτική δυναμική της μετανάστευσης.
Την ίδια στιγμή η ίδια η ανάκαμψη αποδίδεται κυρίως στον τουρισμό. Ένα κλάδο εντάσεως εργασίας που βασίσθηκε στη μείωση των μισθών όσο και τις ειδικές φορολογικές ρυθμίσεις –πέρα από τις γνωστές δυσμενείς εξελίξεις σε ανταγωνίστριες χώρες. Επίσης στην ανάκαμψη συνέβαλε και η ανάκαμψη της κατανάλωσης και η σημαντικότατη αύξηση των εισαγωγών με πρώτη του πετρελαίου, λόγω της ιστορικά χαμηλής τιμή του.
Ας σοβαρευτούμε...
Η Ελλάδα στο διάστημα της μεγαλύτερης και βαθύτερης κρίσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση
εγκλωβισμένη σε μια λάθος πολιτική -αυτή που έχει φέρει την Ευρώπη στη
στασιμότητα και τον αποπληθωρισμό- που εφαρμόστηκε ακόμα και αυτή με λάθος
τρόπο, κατέληξε να διευρύνει την αρνητική απόκλιση της σε σχέση με τον
ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ο δείκτης συσχέτισης της παραγωγικής δομής μεταξύ Ελλάδας
και της Γερμανίας αποδεικνύει διεύρυνση των διαφορών από το 2008 μέχρι το 2012
της τάξης του 42% στα βιομηχανικά αγαθά και του 15% στα καταναλωτικά2. Επιπλέον οι
περιφέρειες της χώρας παρουσιάζουν ακόμα μεγαλύτερη απόκλιση καθώς η κρίση τις
χτύπησε με άνισο τρόπο που ουδέποτε αποκαταστάθηκε. Το κόστος της ενέργειας
παραμένει 60% υψηλότερα από το μέσο ευρωπαϊκό και το κόστος χρήματος 3 φορές πιο
πάνω από αυτό της Γερμανίας.
Οι αιτίες γνωστές. Μεταρρυθμίσεις που χάσκουν. Αποκρατικοποιήσεις που αν
γίνουν, καταλήγουν σε απόλυτα κι ανεξέλεγκτα ιδιωτικά ολιγοπώλια. Κατ’ όνομα
ανοικτές αγορές που παραμένουν στα χέρια «ειδικών συμφερόντων» και
συνδικαλιστών. Ένα ολιγαρχικό οικονομικό σύστημα αποκύημα της ιεραρχημένης
διάταξης επιχειρηματικών συμφερόντων και ένα ολιγοπωλιακό τραπεζικό σύστημα,
τροχονόμος της οικονομικής δραστηριότητας.
Πολιτικό σύστημα πελατειακό, μετριοκρατούμενο, αναποτελεσματικό έως επικίνδυνο. Κράτος διαλυμένο και ταξικό. Μια οικονομία φθηνού εργατικού δυναμικού. Μια κοινωνία πολωμένη σε μια ασταθή δημοκρατία.
Πολιτικό σύστημα πελατειακό, μετριοκρατούμενο, αναποτελεσματικό έως επικίνδυνο. Κράτος διαλυμένο και ταξικό. Μια οικονομία φθηνού εργατικού δυναμικού. Μια κοινωνία πολωμένη σε μια ασταθή δημοκρατία.
Διανύοντας τον 7ο χρόνο της κρίσης, στα πρώτα βήματα της ανάκαμψης, το νέο
παραγωγικό πρότυπο δεν είναι υπό διαμόρφωση. Είναι εδώ, για να ανησυχεί του γηραιότερους
και να τρομοκρατεί τους νεώτερους. Ωστόσο, και με αυτό το παραγωγικό πρότυπο η
ανάκαμψη έρχεται. Είναι μια αναπόδραστη εξέλιξη για μια οικονομία με ζωντανούς ανθρώπους.
Όμως η αλλαγή που θα κάνει την ανάκαμψη υπόθεση όλων απαιτεί βούληση, σχέδιο
και προσπάθεια.
Και δυστυχώς, τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχει, όσο και εάν χρειάζεται...
Και δυστυχώς, τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχει, όσο και εάν χρειάζεται...
Του Γιάννη Τσαμουργκέλη
Capital
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου