Είναι κοινός τόπος, πως ο Ελληνικός λαός
ομονοεί, σπανίως ομολογουμένως, στην εξής γενική διαπίστωση: την τελευταία
πενταετία, βιώνουμε μια κολοσσιαία κρίση σε όλους τους τομείς. Βασική συνιστώσα
αυτής της κρίσης, που διαποτίζει και κατατρύχει την Ελληνική κοινωνία, είναι η
οικονομική,
χωρίς βεβαίως να διαλανθάνει την προσοχή μας, οι επιμέρους
συνιστώσες, μείζονος ή ελάσσονος σημασίας, όπως η κοινωνική κρίση, η πολιτική,
η πολιτισμική, η κρίση ταυτότητας και η κρίση θεμελιωδών θεσμών και αξιών εν
γένει, που συν-αποτελούν τον συνεκτικό δεσμό και τον θεμέλιο λίθο μιας
βιώσιμης, ευημερούσας και δίκαιης κοινωνίας.
Τα ερωτήματα που ευλόγως εγείρονται ως
απόρροια της ανωτέρω διαπίστωσης, είναι αμείλικτα. Πώς οδηγηθήκαμε ως εδώ, τι
πρέπει να αλλάξουμε, ποιες διορθωτικές κινήσεις να κάνουμε, ποιες παγιωμένες
αντιλήψεις να ανασκευάσουμε ως άτομα και ως κοινωνία, προκειμένου να εξέλθουμε
αυτής της κρίσης νικητές, ισότιμα και περήφανα μέλη της παγκόσμιας κοινότητας
και της Ε.Ε. ειδικότερα;
Οι απαντήσεις που επιδέχονται είναι πολλές
και όπως είναι φυσικό, αντανακλούν διαφορετικές σχολές σκέψης, ιδεολογίες,
νοοτροπίες ή ακόμη και τις ιδεοληψίες-εμμονές του καθενός μας, αναλόγως από
ποιο πρίσμα και ποια οπτική γωνία ατενίζει κανείς τα πράγματα, εκκινώντας είτε
με αγνές και αγαθές προθέσεις για το συλλογικό συμφέρον, είτε ακόμη και με
ιδιοτελή κίνητρα που αποβλέπουν μέσω της δημαγωγίας, προς άγραν ψήφων, προσωπική
προβολή και πλουτισμό.
Δυστυχώς, μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα σκέψεων,
προβληματισμού και επιχειρηματολογίας, ακούγονται φωνές, η αλήθεια είναι δειλά
στην αρχή, δίκην αστεϊσμού και σαρκασμού στην πορεία, αλλά με συνεχώς
εντεινόμενο ρυθμό, οι οποίες μιλούν ξεκάθαρα και με ωμό τρόπο, για κάποιον
οιονεί «Μεσσία» της χώρας. Μετερχόμενος αυταρχικές και ολοκληρωτικές μεθόδους,
να μας συνετίσει ως λαό και ως έθνος, αποδίδοντας κοινωνική δικαιοσύνη ως
τιμωρός, ανατάσσοντας την εθνική μας συνείδηση και περηφάνια, επαναφέροντάς μας
στο δρόμο της ομαλότητας και της ευημερίας.
Αυτές οι φωνές, «αυθόρμητες» αρχικά, με
συντονισμένο και επιταχυνόμενο βηματισμό, ακόμη και από μορφώματα εντός του
κοινοβουλίου, με απροκάλυπτο και κυνικό ύφος, μιλούν για παταγώδη αποτυχία του
πολιτικού συστήματος από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης και εντεύθεν,
καθιστώντας σαφές, πως το αστικό κοινοβουλευτικό σύστημα είναι διαπλεκόμενο,
παρασιτικό και παρακμιακό και πως η Δημοκρατία εν τέλει ευθύνεται για τη
σημερινή εξαχρείωση και αποσύνθεση της κοινωνίας.
Επιρρίπτουν ευθύνες, αφενός στην πολιτική
ελίτ και την άρχουσα τάξη της χώρας, για εκφαυλισμό και εκμαυλισμό της δημόσιας
ζωής και αφετέρου στο ξένο κεφάλαιο και στους συμμάχους μας, γιατί κατά τη
διάρκεια όλων αυτών των ετών που συντελούνταν η κατάρρευση της χώρας, δεν
αναμείχθηκαν τρόπον τινά ως από μηχανής Θεός, ως ένας καθοδηγητικός και ελεγκτικός
μηχανισμός, ως όφειλαν. Αντιθέτως, υποδαύλισαν αυτές τις καταστάσεις για ίδιον
όφελος, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στο σημείο να μιλάμε για εξοβελισμό της χώρας
από το σκληρό πυρήνα της Ε.Ε., για διεθνή ταπείνωση και διασυρμό, οδηγώντας με
μαθηματική ακρίβεια στην υπονόμευση της ίδιας της εθνικής υπόστασης και
ανεξαρτησίας, μέσω της οικονομικής επιτήρησης και κηδεμονίας.
Γιατί όμως αυτός ο «διαπρύσιος» λόγος,
εκπορευόμενος από τα άκρα του πολιτικού συστήματος, βρίσκει ευήκοα ώτα στην
Ελληνική κοινωνία; Γιατί παραπειστικά επιχειρήματα αυτού του τύπου πείθουν και
παραπλανούν το λαό; Όντως ο υπαίτιος της κρίσης είναι το Δημοκρατικό μας
πολίτευμα και γιατί ισχύει μόνο στην δικιά μας περίπτωση;
Η απάντηση κατά την ταπεινή μου άποψη είναι
κατηγορηματική και ξεκάθαρη. Το πρόβλημα της Ελληνικής κοινωνίας, είναι το
Δημοκρατικό έλλειμμα που υφίσταται από τις απαρχές της μεταπολίτευσης και το
βιώνουμε σε υπέρτατο βαθμό τις τελευταίες δεκαετίες. Δημοκρατικό έλλειμμα που
συνοψίζεται σε δυο κυρίως λέξεις: Έλλειψη αξιοκρατίας και λογοδοσίας. Οι
βασικοί πυλώνες και ο προμαχώνας της Δημοκρατίας.
Η αξιοκρατία, είναι βασικό συστατικό και
σύμφυτη με την έννοια της Δημοκρατίας. Δεν νοείται δημοκρατικό πολίτευμα, να
μην προωθεί και να μην προάγει την αξιοκρατία σε όλες τις εκφάνσεις της
κοινωνικής ζωής. Άλλωστε είναι η ειδοποιός διαφορά σε σχέση με τα υπόλοιπα
πολιτεύματα, διότι μόνο ένα δημοκρατικό καθεστώς σέβεται τους πολίτες, τους
αντιμετωπίζει ισότιμα και ισόνομα, προάγει τις όποιες ικανότητες και δεξιότητες
όλων, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν κριτήρια όπως κληρονομικούς τίτλους,
οικογενειοκρατία, φατρίες, καταγωγή, οικονομικό υπόβαθρο κλπ.
Είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη ένα
πολίτευμα να είναι και να θεωρείται δημοκρατικό, όταν προωθεί στην κατάλληλη
θέση και στο κατάλληλο αξίωμα, το κατάλληλο άτομο, χωρίς επίδειξη ευνοιοκρατίας
ή κοινωνικούς αποκλεισμούς στους προσκείμενους ευνοϊκά ή στους διακείμενους
εχθρικά αντίστοιχα, με βάσει τα κυρίαρχα κάθε φορά συμφέροντα και αντιλήψεις.
Η λογοδοσία, είναι ο έτερος θεματοφύλακας και
εγγενές στοιχείο της Δημοκρατίας. Σε ένα δημοκρατικό καθεστώς, η εκάστοτε
εξουσία, οφείλει να είναι υπόλογη στην κοινωνία και στον λαό. Προέρχεται
από τους πολίτες και αναφέρεται σε αυτούς.
Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει το
αντίστοιχο νομικό πλαίσιο, που συνηγορεί προς αυτή την κατεύθυνση, (όχι
εκτρώματα-νόμοι περί ευθύνης υπουργών), με τη συνδρομή πραγματικά ελεύθερης,
αυτόνομης και ακηδεμόνευτης δικαιοσύνης, η οποία λειτουργεί απρόσκοπτα για την
άμεση απονομή της. Ότι έχει σχέση με δημόσιες υποθέσεις και το δημόσιο ταμείο,
η λογοδοσία των ιθυνόντων έναντι των πολιτών, είναι εκ των ων ουκ άνευ, σε ένα
ευνομούμενο και δημοκρατικό καθεστώς.
Μια αναδρομή στο λίκνο της Δημοκρατίας, στην
αρχαία Αθήνα, θα μας πείσει πως τα αξιώματα και οι θέσεις ευθύνης διανέμονταν
ισότιμα και αξιοκρατικά σε όλους τους πολίτες, είτε μέσω της κλήρωσης σε ένα
μεγάλο βαθμό, είτε μέσω της διαδικασίας της ψηφοφορίας. Επίσης οι άρχοντες που
κατείχαν δημόσια αξιώματα, κινδύνευαν ανά πάσα στιγμή να εκπέσουν του
αξιώματος, με κόστος να χάσουν την ιδιότητα του πολίτη, την περιουσία τους ή
και να εξοστρακισθούν.
Όσοι λοιπόν διατείνονται πως ο δρόμος για
διέξοδο από την κρίση περνά μέσα από δραστικές και απολυταρχικές λύσεις, διότι
το δημοκρατικό-αστικό κοινοβουλευτικό σύστημα, είναι ανίκανο, διεφθαρμένο και
υπαίτιο για την όλη κατάσταση, τους καλούμε να αναλογιστούν, εάν τις τελευταίες
δεκαετίες στον τόπο μας, οι πιο πάνω απαράβατες έννοιες και πρακτικές, της
αξιοκρατίας και λογοδοσίας, υφίσταντο στον τόπο μας και οι βασικές
προϋποθέσεις, για την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού μας
συστήματος πληρούνταν. Για ποια ευθύνη της Δημοκρατίας λοιπόν μιλάνε; Σε όλους
αυτούς τους υπονομευτές του κοινοβουλευτικού κεκτημένου, προτείνουμε να ρίξουν
μια ματιά στην παγκόσμια ιστορία του 20ου αιώνα και ειδικότερα στην
ιστορία της χώρας μας. Να διδαχθούν σε τι ανελεύθερα και απάνθρωπα καθεστώτα
και σε ποιες απώλειες και εθνικές καταστροφές οδήγησαν τέτοιου είδους κοινωνικά
πειράματα και πρακτικές.
Αντιτείνουμε λοιπόν την άποψη, πως άμεσες και
δραστικές λύσεις μπορούν να δρομολογηθούν, στα πλαίσια και μόνο, του
Δημοκρατικού μας πολιτεύματος. Αυτό είναι εφικτό, ενισχύοντας το ρόλο και τη
λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών, διαχέοντας και αποκεντρώνοντας τις εξουσίες
και τη λήψη αποφάσεων σε ολοένα και ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού,
εμπεδώνοντας την αίσθηση του Πολίτη με αναφαίρετα δικαιώματα αλλά και
υποχρεώσεις, απέναντι στο κοινωνικό σύνολο.
Διεκδικώντας, περισσότερη και
πληρέστερη Δημοκρατία, διευρύνοντας τους ορίζοντες και τις προοπτικές της. Γιατί
όντως, η Δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα, επιδέχεται όμως διεύρυνση, βελτίωση και
ισότιμη συμμετοχή όλων των πολιτών, στην άσκηση-έλεγχο της εξουσίας και στη
λήψη αποφάσεων.
Άρης Δίπλας
Εκπαιδευτικός-οικονομολόγος, κοινωνιολόγος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου